Το ψωμί έγινε… πολυτέλεια: 1.500 φούρνοι έκλεισαν – Ποιο ψωμί πωλείται έως και 8,70€/κιλό
Η Ελλάδα ψάχνει ξανά το καθημερινό της καρβέλι, την ώρα που οι φούρνοι βάζουν λουκέτο, τα σούπερ μάρκετ «ψήνουν» κατεψυγμένα και οι τιμές του ψωμιού αγγίζουν δυσθεώρητα ύψη.
«Ψωμί πήραμε;» Αυτή είναι η καθημερινή απορία που μοιράζονται εκατομμύρια σπιτικά στη χώρα. Παλαιότερα το φθηνό, παραδοσιακό φραντζολάκι έπρεπε να συνοδεύει απαραίτητα το φρεσκομαγειρεμένο φαγητό στο τραπέζι. Οι επιλογές ήταν τρεις, τέσσερις το πολύ. Χωριάτικο, με προζύμι, πολυτελείας...Όμως αρκούσαν. Και για τους καταναλωτές για να ικανοποιήσουν την πείνα τους, αλλά και για τους επαγγελματίες, για να επιβιώσουν. Με το πέρασμα των ετών ωστόσο, πολλά έχουν αλλάξει. Οι επιλογές είναι αμέτρητες, οι τιμές έχουν πάρει την ανιούσα ώστε να εναρμονιστούν με την ποικιλία ενώ οι πηγές που προσφέρουν άρτο, μας προσκαλούν όπου κι αν στρέψουμε το βλέμμα μας.
Φούρνοι, υπεραγορές, ράφια σε καφέ take away, μπακάλικα και καταστήματα delicatessen...Κι όμως, στις μέρες μας η αφθονία μοιάζει να εκδικείται! Η κατανάλωση ψωμιού έχει μειωθεί κατά 22.000 τόνους τα τελευταία χρόνια, ενώ φούρνοι βάζουν λουκέτο ο ένας μετά τον άλλον. Για την ακρίβεια 1.500 την τελευταία πενταετία, 800 μέσα σε τρία χρόνια. Την αιτία του προβλήματος, εντοπίζει μιλώντας στο Flash.gr, η κυρία Έλσα Κουκουμέρια, Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος...
«Το νούμερο είναι μεγάλο. Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι να πούμε ότι από αυτά, περίπου τα 200 έκλεισαν γιατί δεν είχαν διάδοχη κατάσταση. Βέβαια τα προηγούμενα χρόνια αυτοί που δεν είχαν διάδοχη κατάσταση πουλούσαν την επιχείρηση και τη συνέχιζε κάποιος άλλος. Αυτό δεν γίνεται τώρα. Την ίδια στιγμή που έκλεισαν αυτά τα αρτοποιεία, έχουν ανοίξει 500 σημεία που ψήνουν κατεψυγμένο ψωμί. Κι εκεί υπάρχει το πρόβλημα.
Από την άλλη βέβαια, το πολύ μεγάλο πρόβλημα για εμάς, ξεκίνησε από το 2015 διότι δόθηκε η δυνατότητα στα super markets να ψήνουν ψωμί και να λέγονται φούρνοι. Κι εκεί είναι η βασική μας ένσταση, διότι αυτά είναι ψωμιά κατεψυγμένα τα οποία απλώς ψήνονται κι υπάρχει μία πολύ μεγάλη διαφορά από τα ίδια ψωμιά ή τα αρτοσκευάσματα που πωλούνται σε ένα φούρνο, τα οποία παράγονται εκεί. Δηλαδή από την αρχική διαδικασία που είναι η μίξη των πρώτων υλών, το ζύμωμα, το πλάσιμο και το ψήσιμο, όλα γίνονται μόνο στο φούρνο. Οπότε εκεί υπάρχει μία παραπλάνηση του καταναλωτή αφενός, αφετέρου σε όσες υπεραγορές υπάρχουν ψωμιά τα οποία λασάρονται ως φρέσκα, έχουν διατηρησιμότητα 20 ημέρες. Κι αυτό είναι ένα παράδοξο μιας αγοράς η οποία δεν στηρίζει τον ανταγωνισμό, θα έλεγα ότι στηρίζει τον αθέμιτο ανταγωνισμό.»
Εγκαταστάσεις περάτωσης έψησης, κάποια καινούργια καταστήματα που ανοίγουν κι έχουν και 5-10 ψωμιά και μετά μπορούν να πωλούν οτιδήποτε, η χρήση του ονόματος φούρνου στα super market. «Για εμάς ξεκινούν όλα από εκεί» τονίζει η κυρία Κουκουμέρια και συμπληρώνει «Θα προσπαθήσω με μία εικόνα να σας δώσω το παράδειγμα...Μπαίνετε σε ένα κατάστημα, ψήνεται ένα ψωμί, μυρίζετε τη μυρωδιά. Αν το ψωμί αυτό είναι φρέσκο ή κατεψυγμένο, η μυρωδιά είναι η ίδια. Σας τραβάει, το αγοράζετε. Δεν ξέρετε όμως αυτό που αγοράσατε τελικά αν είναι φρέσκο. Άρα θα πρέπει να είναι σαφής αυτός ο διαχωρισμός και η πρώτη σαφήνεια για το διαχωρισμό είναι το όνομα. Ότι εμείς λεγόμαστε φούρνοι, γιατί είμαστε φούρνοι. Όλοι οι άλλοι δεν είναι!»
Τα λουκέτα δεν κάνουν διακρίσεις. Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Κρήτη, Πάτρα, Ιωάννινα... Οι αρτοποιοί που ανήκουν σ' έναν από τους αρχαιότερους και πιο παραδοσιακούς κλάδους της ελληνικής βιοτεχνίας, για να επιβιώσουν προσπαθούν να κρατηθούν από καινοτομίες. Δίπλα στο ζεστό καρβελάκι, προσφέρουν και καφέ ξενοφερμένο, γλυφιτζούρια, καραμέλες, έτοιμα γεύματα. Οι αρτοποιοί που ξυπνούν αχάραγα, μετρούν τα υλικά, ζυμώνουν και φουρνίζουν το ψωμί καλωσορίζοντας με αυτή την οικεία μυρωδιά, τα ξημερώματά μας, ψάχνουν τρόπους ν' αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που έρχονται με την ακρίβεια των πρώτων υλών, της ενέργειας, του αθέμιτου ανταγωνισμού, μας λέει η Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αρτοποιών Ελλάδος...
«Ένας υγιής ανταγωνισμός θα έπρεπε να παρουσιάζει τα προϊόντα όπως ακριβώς τα έχουν (στο ράφι τους) και ο καταναλωτής να είναι ο τελικός κριτής. Κι αυτό δημιουργεί ένα πρόβλημα στις δικές μας επιχειρήσεις, είναι ένα κομμάτι που δυσκολεύει την καθημερινότητα ενός φούρνου όσον αφορά στα έσοδα που μπορεί να έχει ενώ μακροχρόνια μπορεί να οδηγήσει και σε λουκέτα. Συνεπικουρούμενα βέβαια κι από άλλες καταστάσεις όπως είναι τα έξοδα, η ενέργεια, η αύξηση των πρώτων υλών κλπ.
Έτσι, θέλοντας να μην χάσουμε το πρωινό των πελατών μας, περάσαμε κι εμείς στη λογική ότι προσφέρουμε και καφέ στα μαγαζιά, έτοιμα γεύματα σε κάποια καταστήματα που είναι πιο κεντρικά, πιο κοντά σε επιχειρήσεις που θέλουν να έχουν ένα μεσημεριανό ή κάτι για να φάνε, ένα κρύο σάντουιτς κοκ. Αυτές είναι επιχειρησιακές πρακτικές που σίγουρα περνάνε και στο αρτοποιείο. Η αγορά εξελίσσεται, δεν μπορείς να μείνεις πίσω.»
Οι τιμές του ψωμιού ανά κιλό ξεκινούν από το 1,20 και «πετούν» στα 8,70!
Η πιο λογική, προσγειωμένη τρέχουσα τιμή για «κλασικό ψωμί» (λευκή φραντζόλα) σε φούρνους της Αθήνας φαίνεται να κυμαίνεται περίπου στα 1,20 – 1,40/500 γρ. δηλαδή 2,40 – 2,80/κιλό. Ωστόσο με μια απλή έρευνα στην αγορά διαπιστώνει κανείς πως αυτός δεν είναι ο απαράβατος κανόνας. Ψωμί παραδοσιακό, με προζύμι, ολικής άλεσης, ζέας και πάει λέγοντας. Έτσι για παράδειγμα:
- Σε γνωστή αλυσίδα, συναντά κανείς το κιλό να πωλείται προς 4 - 4,50 ευρώ ανάλογα με το είδος του ψωμιού, ενώ το ψωμί Ζέας σκαρφαλώνει στα 7,84
- Επίσης σε κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας εντοπίσαμε προζυμένιο ψωμί ολικής στα 8,70 ευρώ το κιλό
- Σε φούρνο στη Βόρεια Ελλάδα, η χαμηλότερη τιμή ανά κιλό ξεκινά από τα 3,60 και φτάνει στα 7,14 για άρτο ολικής άλεσης
Γιατί όμως υπάρχει αυτή η ψαλίδα στις τιμές; Η κυρία Έλσα Κουκουμέρια, μας εξηγεί γιατί παρατηρούμε τιμές δυσανάλογες, σε σχέση με τις τιμές που πουλά το ψωμί ένα παραδοσιακό αρτοποιείο της γειτονιάς, όπως λέει...
«Η τελευταία αύξηση ψωμιού στο φούρνο έγινε το 2022. Τότε είχαμε το διπλασιασμό της τιμής των αλεύρων, είχε ξεκινήσει η ενεργειακή κρίση κι από τότε μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει κάποια αύξηση στην τιμή του ψωμιού. Σήμερα το ψωμί στο φούρνο παραμένει αισθητά φθηνότερο από αυτό που μπορεί να βρει κάποιος στο ράφι μιας υπεραγοράς και τι θέλω να πω με αυτό... Εκεί μπορείτε να βρείτε πολλούς κράχτες σε μια πολύ φθηνή τιμή αλλά από εκεί και πέρα όλα τα υπόλοιπα είναι σε τιμές δυσανάλογες με αυτές που πουλάει ένα παραγωγικό αρτοποιείο.
Το 2022 μια φραντζόλα λευκό ψωμί των 350 γραμμαρίων είχε 80 με 90 λεπτά. Αυτή τη στιγμή έχει 1,10 με 1,20. Αυτές είναι οι τρέχουσες τιμές. Υπάρχουν πάρα πολλές ποιότητες βέβαια που έχουν να κάνουν με το τι θέλει ο κάθε καταναλωτής. Από εκεί και πέρα όλοι επιχειρούμε σε μια ελεύθερη αγορά. Το κόστος ενός ψωμιού και η τιμή πώλησης του, έχει να κάνει με το κοστολόγιο του καθένα.»